Η φάρμα των ζώων

2020-05-21

και μια σύντομη ματιά στο παρελθόν για την κτηνοτροφία στη Νεράιδα


και μια σύντομη ματιά στο παρελθόν για την κτηνοτροφία στη Νεράιδα

Ο χιουμοριστικός πρόλογος βέβαια δεν αποσκοπεί ούτε στο ελάχιστο να βλάψει την προσπάθεια του συγχωριανού μας, η οποία, κατ' αρχή, ως τέτοια, εκτιμάται δεόντως. Έτσι κι αλλιώς σ' αυτές τις περιπτώσεις τα πράγματα κρίνονται στην πράξη και βαθμολογούνται με βάση τα παραχθησόμενα αποτελέσματα. Βέβαια υπάρχει και ο ενδιάμεσος χρόνος, που μετριέται όχι με το όποιο υλικό όφελος, αλλά με τη δημιουργική ενασχόληση και την ευχαρίστηση ή άλλως ηθική ικανοποίηση που μπορεί να σου δώσει η καθημερινή συμπεριφορά ενός «ζωντανού». Υπ' αυτή την έννοια, καλωσορίζουμε τη σκέψη του συγχωριανού μας και του ευχόμαστε επιτυχή έκβαση στο εγχείρημά του. 

Το παραπάνω θέμα, με έστρεψε για λίγο στο παρελθόν και με έβαλε στη διαδικασία «της μάχης της μνήμης», για την ανάκτηση και την παράθεση κάποιων γενικών στοιχείων που έχουν σχέση με την κτηνοτροφία στη Νεράιδα, από την εποχή των μεγάλων τσελιγκάδων, ως τα σήμερα.

Στη Νεράιδα η κτηνοτροφία, τον παλιό καλό καιρό (ίσως και πριν 5-6 δεκαετίες), ήταν σε ικανοποιητικό επίπεδο, τουλάχιστο στο βαθμό που αυτό είχε σχέση με το συνολικό αριθμό των ζώων (αιγοπροβάτων κυρίως), που έβοσκαν στα όρια των εκτάσεων της Κοινότητας. Οι κτηνοτρόφοι, ή τσελιγκάδες, όπως συνηθιζόταν να λέγονται, παρότι ο αριθμός ζώων ήταν δυσανάλογος με την έκταση βοσκής τους (με αποτέλεσμα να υποβαθμίζονται οι βοσκότοποι λόγω της συνεχούς και παρατεταμένης χρήσης τους), δεν είχαν ποτέ έντονα προβλήματα μεταξύ τους και κατάφερναν με την οργάνωση και τη συνεργασία, να εξασφαλίζουν την τροφή για τα ζώα τους και να διατηρούν καθαρές τις πηγές από όπου διέρχονταν να πιούν νερό. Ο καθένας είχε το μαντρί όπου φύλαγε το κοπάδι του και τη στρούγκα όπου γινόταν το άρμεγμα. Οι περισσότεροι τους δύσκολους μήνες του χειμώνα, εκεί γύρω στις αρχές Νοεμβρίου, «κατέβαιναν» με τα ζώα τους στις πεδινές περιοχές, στα «χειμαδιά», όπως έλεγαν, που ο χειμώνας ήταν πιο ήπιος και εξασφάλιζαν καλύτερα τροφή για τα κοπάδια τους. Επέστρεφαν την Άνοιξη στο χωριό.

Ως επί το πλείστον, όπως προαναφέρθηκε, η βάση της κτηνοτροφίας, ήταν η εκτροφή αιγοπροβάτων. Μερίδα χωριανών είχαν στην κατοχή τους και τα συντηρούσαν στο σπίτι κι όχι στα κοπάδια 2-3 ή και 5, κατσίκες (για το γάλα της οικογένειας), τις οποίες αποκαλούσαν «μανάρες», ή «μανάρια».

Οι τσελιγκάδες με τα μεγάλα κοπάδια (να πούμε πάνω από 50 ζώα), με συνολικό αριθμό αιγοπροβάτων που (ίσως και να) προσέγγιζε τα 7.000 «ζωντανά» σε κάποιες χρονικές περιόδους, ξεπερνούσαν τον αριθμό 20.

Ένα απ' τα μεγάλα κοπάδια ήταν κι αυτό του Στάθη Παφίλη

φωτό Ολυμπία Παφίλη
φωτό Ολυμπία Παφίλη

Είναι αλήθεια πως δεν επιχειρήθηκε ποτέ να στηθεί στην Νεράιδα μια παραγωγική κτηνοτροφική μονάδα με σύγχρονες μέθοδες εκτροφής των ζώων και απόλυτης εκμετάλλευσης των προϊόντων τους. Στο απώτερο παρελθόν με τα πολλά κοπάδια υπήρξε ικανοποιητική παραγωγή σε γάλα, πράγμα που οδήγησε αντίστοιχα και σε μεγάλη παραγωγή (κυρίως) φέτας. Η παραγωγή αυτή κάλυπτε τις ανάγκες των πολυμελών οικογενειών τους κατ' αρχή, αλλά δεν ήταν και λίγες οι περιπτώσεις των τσελιγκάδων εκείνων που πουλούσαν στα γνωστά δοχεία φέτα σε συγχωριανούς αλλά και συμπατριώτες των γύρω χωριών, ή ακόμα και σε χωριανούς στην Άρτα, στην Αθήνα ή και στα Τρίκαλα. Όταν ήθελαν να φυλάξουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα το τυρί (φέτα), το έβαζαν σε ειδικούς ασκούς, τα λεγόμενα τουλούμια, για την κατασκευή των οποίων χρησιμοποιούσαν κυρίως δέρμα (δορά, τομάρι) προβάτου ή κατσίκας (ως επί το πλείστον μεγάλης ηλικίας, γιατί τα μικρά ζώα δεν έχουν συμπαγές δέρμα).

Στα μεγάλα κοπάδια κι αυτό του Σπ. Γώγου, που διατηρεί ακόμα και σήμερα ο γιος του Ανδρέας

φωτο: Σπ. Νεραϊδιώτης
φωτο: Σπ. Νεραϊδιώτης

Σήμερα στα όρια της Τ.Κ. Νεράιδας, βόσκουν γύρω στα 1000 (και πλέον) αιγοπρόβατα, με τη μερίδα του λέοντος να την έχουν δύο κτηνοτρόφοι (ένας περί τα 700 και ο άλλος περί τα 300 ζωντανά). Τον κύκλο κλείνουν άλλοι 2-3 κτηνοτρόφοι με λιγότερα αιγοπρόβατα.

Τις τελευταίες δεκαετίες κάποιοι στράφηκαν στην εκτροφή βοοειδών (γελάδια βασικά), χωρίς τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Οι ολιγάριθμες κτηνοτροφικές οικιακού και πολλές φορές παροδικού χαρακτήρα μονάδες εκτροφής βοοειδών, η αναιμική συντήρηση και οι μη υγιεινές για τα ζώα εγκαταστάσεις, το μεγάλο κόστος διατροφής τους (καθόσον η περίοδος βόσκησης περιορίζεται, λόγω των δύσκολων καιρικών συνθηκών, στην καλύτερη περίπτωση στους 5-5,5 μήνες το χρόνο), είναι στοιχεία που εμποδίζουν στο να αποδώσουν όφελος σημαντικό στους απασχολούμενους κτηνοτρόφους και, στις πιο πολλές περιπτώσεις, η κατάληξη είναι περισσότερο η επιβίωση, παρά η παραγωγικότητα και το κέρδος.  Σήμερα στο χωριό οι απασχολούμενοι με την εκτροφή βοοειδών είναι 5-6 άτομα, με συνολικό αριθμό εκτρεφομένων ζώων πάνω από «200 κεφάλια».